Αλόη

Η Αλόη (Aloe ή Aloë) είναι ένα γένος που περιλαμβάνει πάνω από 500 είδη ανθοφόρων, χυμωδών φυτών.
Το ευρύτερα γνωστό είδος είναι η Αλόη η γνησία (Aloe vera) και ονομάζεται έτσι επειδή, αν και πιθανώς εξαφανισμένη από την άγρια φύση, καλλιεργείται ως η βασική πηγή της λεγόμενης “αληθινής Αλόης” για διαφόρων ειδών φαρμακευτικούς σκοπούς.
Άλλα είδη, όπως η Αλόη η θηριώδης (Aloe ferox), επίσης καλλιεργείται ή συλλέγεται από την άγρια φύση για παρόμοιες εφαρμογές.
Τα περισσότερα είδη αλόης έχουν μια ροζέτα από μεγάλα, παχιά, σαρκώδη φύλλα. Τα άνθη της αλόης είναι σωληνοειδή, συχνά κίτρινα, πορτοκαλί, ροζ, ή κόκκινα, και βαρύνουν, συγκεντρωμένα πυκνά και κρεμάμενα, στην κορυφή του απλά ή διακλαδισμένα, άνευ φύλλων μίσχους.
Πολλά είδη της αλόης φαίνονται να είναι άκαυλα (χωρίς ποδίσκο), με τη ροζέτα να αναπτύσσεται άμεσα στο επίπεδο του εδάφους, άλλες ποικιλίες μπορεί να έχουν διακλαδισμένο ή μη διακλαδισμένο στέλεχος από το οποίο ξεπηδούν τα σαρκώδη φύλλα. Ποικίλλουν σε χρώμα από το γκρι μέχρι το φωτεινό πράσινο και είναι μερικές φορές ραβδωτά ή διάστικτα.
Μερικά είδη αλόης, εγγενή στη Νότια Αφρική είναι δεντρόμορφα (δενδρώδη).
Τα είδη αλόης συχνά καλλιεργούνται ως καλλωπιστικά φυτά, τόσο σε κήπους όσο και σε γλάστρες.
Πολλά είδη αλόης είναι πολύ διακοσμητικά και αποτιμώνται από τους συλλέκτες των παχύφυτων.
Η αλόη βέρα έχει χρησιμοποιηθεί από τον άνθρωπο, τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά και φέρεται να έχει κάποιες ιατρικές επιδράσεις, οι οποίες έχουν υποστηριχθεί από την επιστημονική και την ιατρική έρευνα.
Μπορούν επίσης να γίνουν σε τύπους ειδικών σαπουνιών.